Αρτηριακή υπέρταση & βελονισμός

ΑΡΤΗΡΙΑΚΗ ΥΠΕΡΤΑΣΗ & ΜΗ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΜΕ ΤΟΝ ΒΕΛΟΝΙΣΜΟ


ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΑΡΤΗΡΙΑΚΗ ΠΙΕΣΗ

Η αρτηριακή πίεση είναι η πίεση που ασκείται στο εσωτερικό μιας αρτηρίας από το αίμα που κυκλοφορεί λόγω της ικανότητας της καρδιάς να λειτουργεί ως αντλία και να διοχετεύει αίμα σε όλα τα σημεία του σώματος ανάλογα με τις ανάγκες του.         

Τι σημαίνει συστολική και διαστολική πίεση;
Η καρδιά “χτυπά” περισσότερο από 100.000 φορές την ημέρα. Κάθε φορά που “χτυπά”, διώχνει μια ποσότητα αίματος στις αρτηρίες μας. Αυτή η ποσότητα αίματος αυξάνει την πίεση μέσα στις αρτηρίες μας. Μεταξύ δύο χτύπων η καρδιά ξεκουράζεται και γεμίζει με αίμα. Έτσι η αρτηριακή πίεση εκφράζεται με δύο αριθμούς. Ο πρώτος αριθμός, π.χ. το 12 ή σωστότερα το 120 είναι η πίεση που ασκεί το αίμα στο τοίχωμα των αρτηριών καθώς φεύγει από την καρδιά κι ονομάζεται συστολική πίεση ή μεγάλη, ενώ ο δεύτερος αριθμός, π.χ. 8 ή σωστότερα 80 είναι η πίεση που ασκεί το αίμα στα τοιχώματα των αρτηριών όταν η καρδιά πια ξεκουράζεται κι ονομάζεται διαστολική πίεση ή μικρή. Οι μονάδες μέτρησης της πίεσης είναι τα χιλιοστά της στήλης υδραργύρου (mmHg).

ΑΡΤΗΡΙΑΚΗ ΠΙΕΣΗ... ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

Οι μεταβολές της αρτηριακής πίεσης παρουσιάζουν μια φυσιολογική διακύμανση λόγω:

> της εποχικότητας, εξαρτώμενη από την θερμοκρασία του εξωτερικού περιβάλλοντος όπου μεσώ διαφόρων φυσιολογικών μηχανισμών ρύθμισης όπως η εφίδρωση, η αγγειοδιαστολή (χαλάρωση) και η αγγειοσυστολή (σύσπαση) του τοιχώματος των μικρών αγγείων κατά την διάρκεια του χειμώνα όπου το σώμα προσπαθώντας να διατηρήσει την ισορροπία με το ψυχρότερο εξωτερικό περιβάλλον, ελαττώνει την αιματική ροής του αίματος στα επιφανειακά αγγεία, η οποία όμως αντισταθμιστικά αυξάνει τα επίπεδα της αρτηριακής πίεσης,
> της δραστηριότητας του συμπαθητικού νευρικού συστήματος η οποία παρουσιάζει εποχική διακύμανση,
> της πιθανής συσχέτισης των επιπέδων της βιταμίνης D στον οργανισμό και της νεφροπροστασίας μέσω συγκεκριμένων μηχανισμών,
> της διάρκειας της ημέρας με την αντίστοιχη διάρκεια έκθεσης στο ηλιακό φως.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Η αυξημένη αρτηριακή πίεση σπάνια προκαλεί συμπτώματα. Τα συμπτώματα, όταν υπάρχουν, οφείλονται στις βλάβες των οργάνων-στόχων που συνήθως επέρχονται μετά από πολλά χρόνια. Επομένως, η διάγνωση της υπέρτασης βασίζεται αποκλειστικά στη μέτρηση της αρτηριακής πίεσης.

Η μη φαρμακευτική αντιμετώπιση της αρτηριακής πίεσης αναφέρεται στα αρχικά στάδια της υπέρτασης.


Ο βελονισμός είναι μια πολύτιμη στρατηγική αντιμετώπισης για την καταπολέμηση του άγχους με ωφέλεια όχι μόνο βραχυπρόθεσμη άλλα και μακροπρόθεσμη.


Προφανώς δεν μπορεί να εξαλείψει τους στρεσογόνους παράγοντες, αλλά θα βοηθήσει το σώμα να ανακτήσει την χαμένη του ψυχολογική ισορροπία του.

Σίγουρα θα πρέπει να προσπαθήσουμε να εξαλείψουμε τους στρεσογόνους παράγοντες που ενεργούν με αυτόν τον τρόπο στην ζωής μας, όπως η διατροφή μας και ο τρόπος ζωή μας.

Σύμφωνα με τους Καθηγητές Χρούσο Γεώργιο και Δαρβίρη Χριστίνα υπάρχει η δυνατότητα μη φαρμακευτικής αντιμετώπισης της υπέρτασης.

H Ιατρική Σχολή του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών υλοποίησε ένα παρεμβατικό πρόγραμμα μείωσης της αρτηριακής πίεσης στο γενικό πληθυσμό, στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς 2007-2013.
Πρόκειται για ένα καινοτόμο παρεμβατικό πρόγραμμα μη φαρμακευτικής αντιμετώπισης της υπέρτασης με μεθόδους διαχείρισης του στρες για αλλαγή του τρόπου ζωής και υιοθέτηση υγιεινών συμπεριφορών, σε προ-υπερτασικά και υπερτασικά άτομα στην κοινότητα.
Τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα επισημαίνουν τη σημασία της ενδυνάμωσης των ατόμων στην εκπαίδευση και στην αυτορύθμιση της αρτηριακής πίεσης αλλά και της συνολικής υγείας.

Στην Ελλάδα, τα καρδιαγγειακά συμβάματα αποτελούν την πρώτη αιτία θανάτου (48%) και επηρεάζει περίπου το 30% του ενήλικου πληθυσμού.

Η αιτία των 95% των περιπτώσεων της ιδιοπαθούς αρτηριακής υπέρτασης οφείλονται σε πολυπαραγοντικό συνδυασμό τρόπου ζωής όπως:

 

  • στρες,
  • έλλειψη άσκησης,
  • κακή διατροφή: επηρεάζει κατά 57% το εντερικό μικροβίωμα το οποίο με την σειρά του επηρεάζει την εμφάνιση και εξέλιξη ορισμένων καρδιαγγειακών παθήσεων, την δράση φαρμάκων για την αρτηριακή πίεση και την κατάθλιψη,
  • κάπνισμα,
  • κατανάλωση αλκοόλ,
  • αυξημένο σωματικό βάρους.

 

Πλήθος ερευνών υποστηρίζει τη συμβολή της διαχείρισης του στρες στον έλεγχο της αρτηριακής πίεσης, στη συμμόρφωση και στην αποτελεσματικότητα των μη φαρμακευτικών παρεμβάσεων.
Μη φαρμακευτικά προγράμματα διαχείρισης του στρες (αλλά και ο συνδυασμός φαρμάκων όπου αποτελεί απόλυτη ένδειξη), σχετικά με την αρτηριακή πίεση επέφεραν θετικά αποτελέσματα στη μείωση των επιπέδων συστολικής και διαστολικής πίεσης, στην υιοθέτηση υγιεινών συμπεριφορών, στη σημαντική μείωση των καρδιαγγειακών κινδύνων και της φαρμακευτικής αγωγής και συνολικά στη βελτίωση των επιπέδων υγείας.

Η αρτηριακή υπέρταση είναι ο σημαντικότερος τροποποιήσιμος αιτιολογικός παράγοντας καρδιαγγειακών νοσημάτων αλλά και σημαντικός παράγοντας εμφάνισης νεφρική και εγκεφαλικής βλάβης.


Πάνω από το 1/4 του παγκόσμιου ενήλικου πληθυσμού έχει αρτηριακή υπέρταση, ποσοστό που αναμένεται να αυξηθεί κατά 60% μέχρι το 2025. Η αρτηριακή υπέρταση ευθύνεται για 7.6 εκατομμύρια πρόωρους θανάτους παγκοσμίως και για 92 εκατομμύρια χρόνια χαμένης ζωής λόγω αναπηρίας. Περίπου το 54% των εγκεφαλικών και το 47% της στεφανιαίας νόσου οφείλονται στην αρτηριακή υπέρταση, ενώ τα άτομα που πλήττονται συνήθως είναι ηλικίας 45-69 ετών και κυρίως άτομα χαμηλού κοινωνικοοικονομικού επιπέδου.

Στην Ελλάδα, η ετήσια επίπτωση της αρτηριακή υπέρταση υπολογίζεται σε 2,86 ανά 100 άτομα και 2,68 ανά 100 άτομα για άνδρες και γυναίκες αντίστοιχα. Ανησυχητικός είναι ο επιπολασμός όπου περίπου το 1/3 των ενήλικων ανδρών και το 1/4 των ενήλικων γυναικών στην Ελλάδα πάσχουν από αρτηριακή υπέρταση.
Ανάμεσα στα υπερτασικά άτομα, το 54,4-60,2% γνωρίζει για την πάθησή του, ενώ μόλις το 15,2-32,8% ελέγχει αποτελεσματικά την αρτηριακή πίεση, γεγονός που επιτείνει την ανάγκη για αποτελεσματικότερη πρόληψη και θεραπεία αυτής

Απέναντι, στους επαναλαμβανόμενους στρεσογόνους παράγοντες, το σώμα εξαντλείται και δεν μπορεί να αντισταθμίζει το όλα και περισσότερα εξωτερικά ερεθίσματα και δημιουργείτε μια χρόνια έλλειψη ισορροπίας που μπορεί να οδηγήσει σε ασθένεια.

Οι πιο συχνές εκδηλώσεις του μη αντιρροπούμενου στρες είναι:

 

  • κρίσεις πανικού,
  • αλλαγή της διάθεσης,
  • αϋπνία,
  • διαταραχές της σεξουαλικής ζωής (πρόωρη εκσπερμάτωση στον άνδρα, έλλειψη οργασμού ή δυσπαρευνία στην γυναίκα),
  • κατάθλιψη,
  • πονοκέφαλοι, ημικρανίες,
  • διαταραχές του εμμηνορροϊκού κύκλου,
  • υπογονιμότητα,
  • γαστρίτιδα και κολίτιδα.

 

 

24-ΩΡΗ ΔΙΑΚΥΜΑΝΣΗ ΤΗΣ ΑΡΤΗΡΙΑΚΗΣ ΠΙΕΣΗΣ

Η πίεση, όπως και πολλές άλλες λειτουργίες του οργανισμού, ακολουθεί μία κιρκάδια (ημέρα - νύκτα) διακύμανση κατά την διάρκεια του 24ώρου.
Τις πρώτες πρωινές ώρες μετά το ξύπνημα η πίεση συνήθως είναι αυξημένη.
Ακολούθως σταδιακά σταθεροποιείται κατά την διάρκεια της ημέρας μέχρι τις νυκτερινές ώρες του ύπνου όπου συνήθως μειώνεται στα χαμηλότερα επίπεδά της. Αυτή η φυσιολογική μείωση της πίεσης κατά τις ώρες του ύπνου σε σχέση με την πίεση της ημέρας παρατηρείται περίπου στους 6 με 7 από τους 10 υπερτασικούς οι οποίοι καλούνται dippers ενώ αυτοί που δεν παρουσιάζουν αυτή την μείωση καλούνται non-dippers.
Οι τελευταίοι φαίνεται να είναι πιο επιρρεπείς να υποστούν αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο ή έμφραγμα.
Πρόσφατες μελέτες καταδεικνύουν ότι ο επιπολασµός της Α.Υ είναι περίπου 31.1 % (33.6% άνδρες και 28.4% γυναίκες).

ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΡΤΗΡΙΑΚΗΣ ΠΙΕΣΗΣ

Γενικά, η υπέρταση υποδιαγιγνώσκεται και υποθεραπεύεται.
Από διάφορες μελέτες υπολογίζεται ότι σχεδόν το 30% των ενηλίκων ατόμων πάσχουν από αρτηριακή υπέρταση, ενώ περίπου το 30% των ενηλίκων υπερτασικών δεν γνωρίζουν ότι είναι υπερτασικοί.
Η υψηλή αρτηριακή πίεση ή υπέρταση αυξάνει τις πιθανότητες να αποκτήσετε ανεξαρτήτως ηλικίας, φύλου ή φυλής:

 

  • στεφανιαία νόσο (καρδιακό νόσημα),
  • καρδιακή ανεπάρκεια,
  • ανεύρυσμα των αρτηριών (π.χ. ανεύρυσμα αορτής),
  • χρόνια νεφρική νόσος,
  • εγκεφαλικό επεισόδιο,
  • μειωμένο προσδόκιμο ζωής.

 

Δεν υπάρχει πλήρης εξάλειψη - θεραπεία της υπέρτασης από τη στιγμή που εμφανίστηκε, αλλά μπορεί να σταθεροποιηθεί σε επίπεδα ακίνδυνα για τον οργανισμό μας και συνήθως η θεραπεία είναι ισόβια.

 

 

ΠΑΡΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΑΝΤΙΥΠΕΡΤΑΣΙΚΩΝ ΦΑΡΜΑΚΩΝ

Συνήθως η κάθε κατηγορία αντιυπερτασικών φαρμάκων χαρακτηρίζεται και από κάποιες ιδιαίτερες παρενέργειες.

 

  • τα διουρητικά μπορεί να μειώσουν το κάλιο και να προκαλέσουν ένα αίσθημα αδυναμίας,
  • οι β αναστολείς μπορεί να μειώσουν σημαντικά τους παλμούς της καρδιάς, να προκαλέσουν δύσπνοια, κόπωση ή κρύα άκρα και σεξουαλικές διαταραχές στους άνδρες που όμως είναι μικρού βαθμού και συνήθως αναστρέψιμες με την διακοπή του φαρμάκου,
  • οι ανταγωνιστές ασβεστίου μπορεί να προκαλέσουν εξάψεις και οιδήματα στα πόδια
  • οι αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου μπορεί να προκαλέσουν ξηρό και επίμονο βήχα που δεν προκαλείται από τους αναστολείς των υποδοχέων της αγγειοτανσίνης.
  • τα αντιυπερτασικά φάρμακα με κεντρική δράση συνήθως προκαλούν υπνηλία και ξηροστομία.


Οι γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας θα πρέπει να ενημερώνουν τον θεράποντα ιατρό για το ενδεχόμενο κύησης διότι ορισμένα αντιυπερτασικά φάρμακα έχουν αντένδειξη σε αυτό το ενδεχόμενο ενώ άλλα είναι πιο κατάλληλα.

Τα αντισυλληπτικά χάπια μπορεί να αυξήσουν λίγο την πίεση γιατί περιέχουν μεγαλύτερες δόσεις οιστρογόνων.
Σε κάθε περίπτωση, η φαρμακευτική θεραπεία και δη αυτή που αποκτά χρόνιο χαρακτήρα ενέχει σημαντικό οικονομικό κόστος και ταυτόχρονα ήπιες αλλά σίγουρα ανεπιθύμητες παρενέργειες για τον πάσχοντα.
Για τον λόγο αυτό μελετάται ευρέως ο ρόλος των μη φαρμακευτικών θεραπειών.
Αυτές, εστιάζουν κυρίως:

 

  • στην απώλεια βάρους,
  • τον περιορισμό του αλκοόλ,
  • τη φυσική άσκηση,
  • τη δίαιτα πλούσια σε φρούτα, λαχανικά και φτωχή σε λιπαρά και αλάτι (μέχρι 2.4gr ανά ημέρα).


ΓΕΝΙΚΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΑΥΞΗΜΕΝΗΣ ΑΡΤΗΡΙΑΚΗΣ ΠΙΕΣΗΣ

1/ περιορισμός όσον το δυνατόν περισσότερο της πρόσληψης νατρίου,
2/ ρύθμιση του σωματικού βάρους στο φυσιολογικό,
3/ μείωση των ζωικών και κεκορεσμένων λιπών στην διατροφή,
4/ αντικατάσταση των παραπάνω τροφών με ψάρια, χορταρικά και φρούτα,
5/ αποφυγή της υπερβολικής χρήσης οινοπνεύματος,
6/ αύξηση σωματικής δραστηριότητας κατά τη διάρκεια των καθημερινών του ενασχολήσεων ή προγραμματισμένη άσκηση,
7/ διακοπή του καπνίσματος. H μείωση δεν θεωρείται ικανοποιητικός τρόπος αντιμετώπισης,
8/ έλεγχος της καθημερινής σωματικής και ψυχικής καταπόνησης (αποφυγή stress),
9/ έλεγχος και των υπόλοιπων προδιαθεσικών  παραγόντων για εμφάνιση νόσου του καρδιαγγειακού συστήματος   (ρύθμιση του επιπέδου χοληστερίνης, παρακολούθηση του σακχάρου του αίματος, απώλεια βάρους), και καρδιολογικός έλεγχος  κάθε 6 ή 12 μήνες. 


Κλινικές μελέτες έδειξαν ότι ακολουθώντας ένα υγιεινό τρόπο διατροφής μειώνεται ο κίνδυνος εκδήλωσης υπέρτασης και μειώνονται οι τιμές της αρτηριακής πίεσης που ήδη είναι αυξημένες.

Μια πρώτη κλινική μελέτη ( DASH ) αποδεικνύει ότι οι ασθενείς που ακολουθούσαν μια διατροφή με φρούτα, λαχανικά, δημητριακά, ψάρια και άσπρο κρέας αποφεύγοντας τα λίπη, το κόκκινο κρέας και τα γλυκά παρουσίασαν μια αισθητή μείωση των τιμών της Α.Π. και στη συνέχεια μια δεύτερη μελέτη ( DASH - SODIUM ) όχι μόνο επιβεβαίωσε την πρώτη άλλα έδειξε ότι υπήρχε περαιτέρω μείωση στις τιμές της αρτηριακής πίεσης μειώνοντας το νάτριο (1.500 mg /ημέρα) από τις τροφές, όποιες και αν ήταν αυτές.

Προσοχή στην κατανάλωση αλατιού!

Για τον περιορισμό του καρδιαγγειακού κινδύνου, συνιστάται στον γενικό πληθυσμό και ιδιαίτερα σε υπερτασικά άτομα, η κατανάλωση αλατιού να μην υπερβαίνει τα 5 g την ημέρα, δηλαδή τα 2 g νατρίου (το αλάτι αποτελείται από 99% χλωριούχο νάτριο, ενώ 1 g αλατιού ισούται με 400 mg νατρίου).
Στην πράξη, 1 g αλατιού, παρέχεται από την κατανάλωση του 1/3 μιας μπαγκέτας ή από ένα κρουασάν. Επομένως, τα «έτοιμα» πιάτα, τα τυριά, τα αλλαντικά, τα αρτοσκευάσματα, τα κράκερ αλλά και ορισμένα ανθρακούχα νερά που έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε αλάτι, θα πρέπει να αποφεύγονται.
(2,4 gr νατρίου την ημέρα ισοδυναμούν με 6 gr =1 κουταλάκι του γλυκού, επιτραπέζιου αλατιού, και στα 100 gr θαλασσινού νερού αντιστοιχεί 1gr γραμμάριο αλατιού ενώ τα 100 gr κόρν φλέικς περιέχουν 1.1 gr αλατιού, δηλ αυτά είναι 10% πιο αλμυρά από το θαλασσινό νερό.

 

 

Συνολικά το 24-ωρο δεν πρέπει να προσλαμβάνετε πάνω από 5 γραμμάρια αλάτι.